top of page

Θυσία_© Ellada Kralli


Η αγάπη της μαράθηκε μια νύχτα τόσο έρημη και σιωπηλή.

Η πάχνη στα παράθυρα παρέδιδαν την ψυχή της σε μια φυλακή δίχως καθαρή όραση.

Ποτέ δεν πίστεψε ότι κάποιος θα μπορούσε να τιμωρηθεί με τέτοιο τρόπο.

Ήταν ακίνητη με τα φώτα να τρεμοσβήνουν σε ένα μακρόστενο τούνελ.
Οι τοίχοι έδειχναν γκρεμισμένοι και ετοιμόρροποι και ένα μαύρο αόρατο ποτάμι από δίπλα της προκαλούσε έντονο φόβο.

Αυτό το μονοπάτι το γνώριζε και από πριν.
Η αίσθηση ότι είχε ξαναπεράσει εκεί την φόβιζε περισσότερο.

Ποιό να ήταν το νόημα αυτής της διαδρομής;

Μαύρα πουλιά από ψηλά την συντρόφευαν σε εκείνη τη μακρινή της βόλτα.

 

 

 

 


Όσο πιο μέσα βάδιζε τόσο χανόταν από το φως της μέρας.
Είχε μάθει να διαβάζει τα σημάδια του σκοταδιού και αυτό δεν την τρόμαζε τόσο πια.

Έφτασε μέχρι το τέλος του τούνελ και το ποτάμι έριχνε το μαύρο του χρώμα πέρα στο κενό.
Δεν μπορούσε να ακούσει που ρίχνονταν τα νερά του.
Όλος ο θόρυβος της ορμής του ποταμού σταμάτησε απότομα όταν και η ίδια πια δεν μπορούσε πλέον άλλο να προχωρήσει.

Φώναξε και μόνο ο αντίλαλος της φωνής της ερχόταν πάλι πίσω στα αυτιά της. Φως δεν υπήρχε και κάθισε για λίγο κάτω και ακουμπούσε το έδαφος. Έμοιαζε σαν να είχε αποκοπεί ο δρόμος προς το τέλος του τούνελ.

Είχε κάνει λάθος που νόμιζε ότι είχε φτάσει μέχρι το τέρμα.

Απελπίστηκε και έπεσε στο κατάμαυρο ποτάμι.

Σκέφτηκε ότι και οι εικόνες της ζωής της θα άλλαζαν αν ακολουθούσε την ροή του έστω και ας μην ξαναγυρνούσε πίσω.
Όμως κάτι την εμπόδιζε μέσα της.

Εκείνη η φωνή από τα παλιά δεν την άφηνε να φύγει και όμως βυθιζόταν όλο και περισσότερο στο να αποτυπώσει τον εαυτό της σαν ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να μιλήσει και δεν μπορεί να πληγώσει ή να πληγωθεί.

Το ποτάμι δυστυχώς την αγκάλιασε με τα νυχτερινά του ενδύματα, αλλά εκείνη δεν πρόλαβε να μιλήσει για αυτά που ποθούσε και αγαπούσε.

Και η φωνή μετά στο τέλος μάταια την καλούσε πίσω, εφόσον πια η καρδιά είχε μεταλλαχτεί σε πέτρα και τα όνειρα είχαν παραδοθεί σε μια νέα καθημερινή παράνοια.

Το λιγοστό φως ερχόταν από την κρεβατοκάμαρά της που μόνη της εκεί μέσα έκρυβε όλα της τα συναισθήματα και τους πόθους.

Να, μια πάχνη πάλι έντυσε τα τζάμια και η βροχή είχε μειωθεί.

Η ανάσα της ζέστανε για λίγο εκείνη την κρύα καρδιά που για λίγο την άφησε να πνιγεί στο βυθό της.

Τότε ήταν που εκείνη η καρδιά έπαψε να χτυπάει.

Η μορφή της αλλοιώθηκε και ράγισε για λίγο δίνοντας σαν τελευταία εικόνα την αγάπη της.

………………………………………………………………………………………………………………………………
*Η συγκεκριμένη ιστορία μου δημοσιεύτηκε και στο akRa Magazine

11231329_493065274204574_1496644313783910337_o.jpg
bottom of page