top of page

Σκοτεινή Ανάμνηση_© Ellada Kralli

Βήματα ακούστηκαν μέσα στο δάσος της Απώλειας.

Το αγόρι φοβήθηκε πολύ και σκέφτηκε να κρυφτεί στην κουφάλα ενός δέντρου.

Πάντα είχε μια παράξενη αγάπη για τα δάση.
Ο παππούς του αρκετές φορές πριν πεθάνει του είχε εξιστορήσει διάφορες ιστορίες γύρω από τα δάση.
Τον έχασε όμως πολύ μικρός, αλλά τον είχε πάντα στη μνήμη του από τότε.

Του είχε καρφωθεί η ιδέα να περιπλανηθεί στο δάσος της Απώλειας.

Το περίμενε πιο ζωντανό με φρέσκες μυρωδιές από τους καρπούς των δέντρων, μα τα κλαριά τους ήταν μαύρα και νεκρά σαν χέρια τεντωμένα αιώνια περιμένοντας να λυθεί κάποιο ξόρκι για να αποφυλακιστούν από την παντοτινή ακινησία τους.

Χάιδεψε τα κλαριά τους και λυπόταν για τους γυμνούς κορμούς τους.

«Ποιός άνθρωπος μπορεί να πληγώσει ένα δέντρο;».

Ήταν μια ρητορική ερώτηση, εφόσον απάντηση δεν θα λάμβανε ποτέ.

Προχώρησε παράμερα βρίσκοντας ένα πελώριο κήπο με νεκρά δέντρα. Ένιωσε ένα καλωσόρισμα από τη μεριά τους και η λύπη έφυγε από μέσα του.

Μια γυναικεία φιγούρα όμως τυλιγμένη με ένα γκρίζο ύφασμα γύρω της εμφανίστηκε σε ένα από αυτά τα δέντρα.

Το αγόρι ούρλιαξε τόσο δυνατά, καθώς η φιγούρα το πλησίαζε.

Ήταν καταμεσής του πεθαμένου χώματος που η βροχή μόλις το είχε βρέξει φωνάζοντας για βοήθεια κρύβοντας το πρόσωπό του με τα χέρια του.

«Μη φοβάσαι καλό μου παιδί, δεν θα σε πειράξω».

Το αγόρι αμέσως ηρέμησε τόσο που μέχρι και τα δάκρυα του χάθηκαν μονομιάς.

«Έλα να σε πάρω στην αγκαλιά μου.
-Ποιά είσαι εσύ;
-Μου έχουν δώσει το όνομα η Αιώνια Μητέρα.
-Είσαι η μητέρα μου;
-Αυτό θα το ανακαλύψεις αν πάμε μια βόλτα μαζί».

Άπλωσε το χέρι της μέσα από το γκρίζο ύφασμα σφίγγοντας απαλά το μικρό αγόρι.

 

 

 

 



«Υπάρχουν άλλα παιδιά εδώ;
-Οι μέρες της ύπαρξης των ανθρώπων έχουν πάψει εδώ και πολύ καιρό.
-Και τα δέντρα μπορούν να τραγουδήσουν μαζί τους;
-Τα δέντρα σιώπησαν και το τραγούδι τους ποτέ δεν θα φτάσει μέχρι τα ανθρώπινα αυτιά τους».

Το αγόρι είχε απορίες την ώρα που περπατούσε με εκείνη τη γυναικεία φιγούρα και παρατήρησε πόσο σκοτεινό μετατρεπόταν το δάσος της Απώλειας.

«Άλλα παιδιά μπορούν ακόμα να παίξουν στο σκοτάδι;
-Το παιχνίδι τους χάθηκε από παλιά κάποια νύχτα.
-Άλλα παιδιά μπορούν να δακρύσουν με το φως του φεγγαριού;
-Τα δάκρυα τους επιφέρονται μόνο με τις μέρες της θλίψης».

Η γυναικεία φιγούρα καθοδήγησε το μικρό αγόρι να περάσει μέσα από μια μεγάλη κουφάλα ενός γέρικου δέντρου.

Εκείνη οδηγούσε με μια σκάλα σε ένα υπόγειο.
Τα σκαλιά δεν μπορούσε να τα δει, αλλά έστεκε πάντα δίπλα της και προχωρούσε δίχως φόβο.
Στάλες κυλούσαν από ψηλά και παντού υπήρχε η μυρωδιά από βρεγμένο χώμα και φρέσκο αίμα.

Το αγόρι σκίρτησε για λίγο και χώθηκε στην αγκαλιά της φιγούρας.

Σήκωσε το κεφάλι του και την ρώτησε:
«Τα παιδιά μπορούν να αγαπήσουν;
-Η αγάπη τους δεν υπάρχει πια για να φωτίσει αυτούς τους τοίχους.
-Εσύ Αιώνια Μητέρα με αγαπάς;
-Φυσικά και σε αγαπώ μιας και είδα πόσο αγαπητός μου είσαι γλυκό μου παιδί».

Κάθισε κάτω έχοντας το μικρό αγόρι στην αγκαλιά της που ήταν έτοιμο να κοιμηθεί.
Χάιδευε τα μαλλάκια του με τα γκρίζα της δάχτυλα και τότε τρυφερά είπε στο αγόρι:
«Κοιμήσου ήρεμα τώρα αγαπητό μου παιδί και μείνε μαζί μου να απολαύσεις αυτή τη στιγμή, όπου ο θάνατος ξαγρυπνά και όλα αυτά θα χαραχτούν στην παντοτινή ανάμνηση του τώρα».

Ένα σπαθί υψώθηκε και απότομα έπεσε στο χώμα...
Τα δέντρα έπαψαν πια να τραγουδούν τη μελωδία των ψυχών...
………………………………………………………………………………………………………………………………
*
Εμπνευσμένη από το κομμάτι των Autumn Tears «Do They Ever Sing?» καθώς και από post mortem φωτογραφίες μητέρων και παιδιών.

MG_8723_edited.jpg
bottom of page